Το σίγουρο είναι ότι τα πρώτα στοιχεία από την αρχαιολογική
σκαπάνη δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη αρχαιολογική ανακάλυψη.
Όλο αυτό που προκύπτει και η έντονη φημολογία που έχει ανακύψει πως πρόκειται
για τον τάφο του Μ. Αλεξάνδρου έχει ξεκινήσει από το διαδίκτυο και δεν έχει
βάση. Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση από την προϊσταμένη ΚΗ εφορίας
αρχαιοτήτων στις Σέρρες, κυρία Κατερίνα Περιστέρη, δεν έχει προχωρήσει η
ανασκαφική έρευνα, με λίγα λόγια αν οι επιστήμονες δεν προχωρήσουν με τις
έρευνες τους, αν οι επιστήμονες δεν μπουν μέσα στο ταφικό μνημείο, δεν μπορούμε
να γνωρίζουμε σε ποιον ανήκει ο τάφος αυτός.
Είναι γεγονός ότι μιλάμε για ένα μεγάλο και
σημαντικό ταφικό μνημείο. Τα στοιχεία που οδηγούν τους επιστήμονες στο
συμπέρασμα αυτό είναι δύο. Το πρώτο στοιχείο είναι ο ταφικός του περίβολος, η
περίμετρος του είναι πάρα πολύ μεγάλη, είναι στα 500 μέτρα. Ανάλογος ταφικός
περίβολος δεν έχει ανακαλυφθεί στον ελλαδικό χώρο ποτέ. Ο τάφος του βασιλιά
Φιλίππου είναι ασύγκριτα μικρότερος από το ταφικό μνημείο της Αμφίπολης και δεν
έχει περίβολο. Ένα άλλο στοιχείο που έρχεται να προστεθεί είναι πως στην κορυφή
του τύμβου του μακεδονικού τάφου είχε τοποθετηθεί το Λιοντάρι της Αμφίπολης.
Άρα μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά για κάποιον στρατηγό, για κάποια
σημαντική προσωπικότητα που έχει ταφεί στο χώρο αυτό.
Αυτός είναι ο Λέοντας της Αμφίπολης που πιστεύεται ότι διακοσμούσε την κορυφή του υπό ανακάλυψη τάφου. Είναι ένα από τα σημαντικά μνημεία που διασώθηκαν και το μοναδικό που αναστηλώθηκε κοντά στην παλιά του θέση. Είναι ένα επιτάφιο μνημείο του 4ου αιώνα π.Χ. Πιθανόν ανήκει στον Λαομέδοντα, ναύαρχο και πιστό σύντροφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Έχει ύψος 5,30μ. και εικονίζεται καθιστό στα πίσω πόδια. Πρώτη φορά έγινε γνωστή η ύπαρξη του ευρήματος στην Αθήνα από μία αναφορά της 7ης μεραρχίας του ελληνικού στρατού το 1912. Κατά τον μήνα Αύγουστο το 1916, Άγγλοι στρατιώτες που κατασκεύαζαν οχυρωματικά έργα στην γέφυρα της Αμφίπολης, βρήκαν τα μαρμάρινα κομμάτια του λιονταριού και προσπάθησαν να τα μεταφέρουν ως την θάλασσα προκειμένου να τα φυγαδεύσουν στην Αγγλία. Μα η προσπάθεια τους ματαιώθηκε από τους Βουλγάρους οι οποίοι μόλις είχαν καταλάβει το Παγγαίο και άρχισαν να τους βομβαρδίζουν.
Δεν γνωρίζουμε όμως πότε ακριβώς, από ποιον και για τι σκοπό στήθηκε το μνημείο. Κατά τον καθηγητή Αρβανιτόπουλο, στήθηκε από τον Άγνωνα με υπόδειξη του φίλου του Περικλή, για να θυμίζει τους 10000 νεκρούς που έπεσαν στην μάχη του Δραβίσκου για το μεγαλείο της Αθήνας. Ο αρχαιολόγος Λαζαρίδης υποθέτει ότι είναι ταφικό έργο του τέλους του 4ου αιώνα π.Χ. και ιδρύθηκε προς τιμήν του ναυάρχου του Μ. Αλεξάνδρου Λεωσθένους από την Μυτιλήνη. Το πρόσωπο του λιονταριού, που υπήρξε ανέκαθεν ιερό σύμβολο των Μακεδόνων , θα ήταν στραμμένο ασφαλώς κατά την πόλη προς πέρα, εκφράζοντας έτσι πληρέστερα το σκοπό και το μεγαλείο της.
Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν και άλλες απόψεις σχετικά με τον σκοπό ή την αιτία ανέγερσης του όπως το ότι ο Λέων της Αμφίπολης ανεγέρθηκε ως συμβολικό μνημείο, που εξέφραζε την μεγάλη δύναμη της πόλης, όπως συνέβη και με τους Λέοντες της Δήλου.
Επιπροσθέτως η λαϊκή παράδοση λέει ότι ο γλύπτης του, αγνώστου ταυτότητας , αφού τελείωσε το δημιούργημα του, το οποίο αποτελούσε και την αποκορύφωση της καριέρας του και έπρεπε να είναι σύμβολο δύναμης αφού ήταν αφιερωμένο σε κάποιο σημαντικό πρόσωπο βρέθηκε μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη. Το λιοντάρι δεν είχε την γλώσσα του. Απελπισμένος λοιπόν το πέταξε στον ποταμό Στρυμόνα προκειμένου να μην το δει κανείς και ντροπιαστεί.
Αυτός είναι ο Λέοντας της Αμφίπολης που πιστεύεται ότι διακοσμούσε την κορυφή του υπό ανακάλυψη τάφου. Είναι ένα από τα σημαντικά μνημεία που διασώθηκαν και το μοναδικό που αναστηλώθηκε κοντά στην παλιά του θέση. Είναι ένα επιτάφιο μνημείο του 4ου αιώνα π.Χ. Πιθανόν ανήκει στον Λαομέδοντα, ναύαρχο και πιστό σύντροφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Έχει ύψος 5,30μ. και εικονίζεται καθιστό στα πίσω πόδια. Πρώτη φορά έγινε γνωστή η ύπαρξη του ευρήματος στην Αθήνα από μία αναφορά της 7ης μεραρχίας του ελληνικού στρατού το 1912. Κατά τον μήνα Αύγουστο το 1916, Άγγλοι στρατιώτες που κατασκεύαζαν οχυρωματικά έργα στην γέφυρα της Αμφίπολης, βρήκαν τα μαρμάρινα κομμάτια του λιονταριού και προσπάθησαν να τα μεταφέρουν ως την θάλασσα προκειμένου να τα φυγαδεύσουν στην Αγγλία. Μα η προσπάθεια τους ματαιώθηκε από τους Βουλγάρους οι οποίοι μόλις είχαν καταλάβει το Παγγαίο και άρχισαν να τους βομβαρδίζουν.
Δεν γνωρίζουμε όμως πότε ακριβώς, από ποιον και για τι σκοπό στήθηκε το μνημείο. Κατά τον καθηγητή Αρβανιτόπουλο, στήθηκε από τον Άγνωνα με υπόδειξη του φίλου του Περικλή, για να θυμίζει τους 10000 νεκρούς που έπεσαν στην μάχη του Δραβίσκου για το μεγαλείο της Αθήνας. Ο αρχαιολόγος Λαζαρίδης υποθέτει ότι είναι ταφικό έργο του τέλους του 4ου αιώνα π.Χ. και ιδρύθηκε προς τιμήν του ναυάρχου του Μ. Αλεξάνδρου Λεωσθένους από την Μυτιλήνη. Το πρόσωπο του λιονταριού, που υπήρξε ανέκαθεν ιερό σύμβολο των Μακεδόνων , θα ήταν στραμμένο ασφαλώς κατά την πόλη προς πέρα, εκφράζοντας έτσι πληρέστερα το σκοπό και το μεγαλείο της.
Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν και άλλες απόψεις σχετικά με τον σκοπό ή την αιτία ανέγερσης του όπως το ότι ο Λέων της Αμφίπολης ανεγέρθηκε ως συμβολικό μνημείο, που εξέφραζε την μεγάλη δύναμη της πόλης, όπως συνέβη και με τους Λέοντες της Δήλου.
Επιπροσθέτως η λαϊκή παράδοση λέει ότι ο γλύπτης του, αγνώστου ταυτότητας , αφού τελείωσε το δημιούργημα του, το οποίο αποτελούσε και την αποκορύφωση της καριέρας του και έπρεπε να είναι σύμβολο δύναμης αφού ήταν αφιερωμένο σε κάποιο σημαντικό πρόσωπο βρέθηκε μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη. Το λιοντάρι δεν είχε την γλώσσα του. Απελπισμένος λοιπόν το πέταξε στον ποταμό Στρυμόνα προκειμένου να μην το δει κανείς και ντροπιαστεί.